This content is blocked due to privacy reasons, you need to allow the use of cookies.
This content is blocked due to privacy reasons, you need to allow the use of cookies.

Η ντροπαλότητα ή δειλία χαρακτηρίζει το παιδί που εμφανίζει συναισθήματα συστολής, αμηχανίας και φόβου απέναντι σε ανθρώπους ή σε διάφορες καταστάσεις. Αποτελέσματα ερευνών μαρτυρούν πως ένα ποσοστό της τάξης του 11% των μαθητών δημοτικού παγκοσμίως θεωρούνται δειλοί και έντονα συνεσταλμένοι.

Το δειλό παιδί γίνεται εύκολα αντιληπτό μέσα από τη συμπεριφορά του. Δεν είναι ενεργητικό, δεν επιδιώκει την κοινωνική συναναστροφή, αντίθετα προτιμάει τις περισσότερες φορές να είναι μόνο, αποφεύγει να παίρνει το λόγο, ενώ όταν το κάνει μιλάει χαμηλόφωνα ή κομπιάζει, προτιμάει να μην κοιτάει τον άλλο στα μάτια και αποφεύγει καταστάσεις που του προκαλούν φόβο και άγχος. Παράλληλα, εμφανίζει αύξηση των καρδιακών παλμών, εφίδρωση και επιθυμία να το βάλει στα πόδια.

Αυτές οι συμπεριφορές δε θα μπορούσαν να μην επηρεάσουν τον τρόπο που το παιδί αντιλαμβάνεται τον εαυτό του. Η αδυναμία του να ανταποκριθεί αποτελεσματικά σε μια κοινωνική συναλλαγή και ο υπέρμετρος φόβος για τους άλλους το ωθούν σε μια σειρά από προκαταλήψεις και αρνητικές σκέψεις για τον εαυτό του, όπως «είμαι ανίκανος» ή «οι άλλοι είναι καλύτεροι από μένα». Συνεπώς, το παιδί παρουσιάζει χαμηλή αυτοεκτίμηση, η αμηχανία και η συστολή του μεγαλώνει, όπως και η επιθυμία του να είναι μόνο του παρά με παρέα, ενώ κυριεύεται από ακόμη πρισσότερο άγχος. Το παιδί με αυτά τα χαρακτηριστικά μπορεί να οδηγηθεί ακόμη και σε κατάθλιψη.

Η δειλία είναι ένα συναίσθημα που κάθε άνθρωπος έχει νιώσει στη ζωή του. Στις περισσότερες συνθήκες πρόκειται για μια φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού ή για αναμενόμενες αναπτυξιακά συμπεριφορές. Για παράδειγμα, το βρέφος των 6 ή 7 μηνών περίπου εκδηλώνει συμπεριφορές που χαρακτηρίζονται από έντονη συστολή και φόβο, όταν απομακρύνεται από τη μητέρα του ή όταν έρχεται σε επαφή με μη οικεία άτομα. Όταν όμως η δειλία δεν δικαιολογείται από την αναπτυξιακή ηλικία του παιδιού και επιπλέον ξεπερνάει σε συχνότητα τα επιτρεπόμενα όρια, τότε θεωρείται πρόβλημα.

Γιατί όμως ένα παιδί γίνεται δειλό; Αποτελέσματα – όχι λίγων – ερευνών δείχνουν πως η δειλία και το θάρρος είναι συναισθηματικές αντιδράσεις που κληρονομούνται. Ωστόσο, μόνο τα γονίδια δεν μπορούν να καθορίσουν την ανθρώπινη συμπεριφορά. Η επίδραση που ασκεί το περιβάλλον στο παιδί (οικογένεια, σχολείο) είναι ζωτικής σημασίας. Μπορεί να κάνει ένα «ανοιχτό» παιδί δειλό ή αντίθετα να βοηθήσει ένα έντονα συνεσταλμένο παιδί να μετατραπεί σε ένα κοινωνικό άτομο. Για παράδειγμα, το κοινωνικό από τη φύση του παιδί, που όμως δέχεται συνεχή επίκριση από τους γονείς του, γίνεται τρωτό στην κριτική, με αποτέλεσμα να φοβάται την ανάληψη πρωτοβουλιών, μήπως και δεχτεί για ακόμη μία φορά απόρριψη. Μια τέτοια στάση των γονέων αναπόφευκτα ωθεί το παιδί στη δειλία.

Τα γονίδια, λοιπόν, προδιαθέτουν το παιδί σε ένα χαρακτηριστικό, όμως το περιβάλλον είναι αυτό που θα το ενισχύσει ή θα το ελαττώσει. Καταδεικνύεται έτσι η σημασία της ανατροφής. Κάποιες οδηγίες προς τους γονείς, ώστε να ενθαρρύνουν τα αγγελούδια τους σε υιοθέτηση συμπεριφορών θάρρους, δίνονται παρακάτω:

  • Προστασία με όρια. Η μητέρα που είναι υπέρμετρα προστατευτική προς το παιδί της του στερεί τη δυνατότητα να αναπτύξει τις κοινωνικές του δεξιότητες. Στην πραγματικότητα, το παιδί χρειάζεται κάποιον να το ενθαρρύνει να παίρνει πρωτοβουλίες, να αντιμετωπίζει τους φόβους του και να ρισκάρει. Όταν γνωρίζει ότι οι γονείς του το εμπιστεύονται, καθώς μεγαλώνει μαθαίνει να στηρίζεται στις δυνατότητές του και να τολμάει. Με άλλα λόγια καλλιεργεί το κοινωνικό θάρρος.
  • Όχι υπερβολικές απαιτήσεις / κριτική. Το παιδί προκειμένου να αναπτυχθεί συναισθηματικά σωστά και να εξελιχθεί σε ένα λειτουργικό μέλος της κοινότητας, έχει ανάγκη από όρια, αλλά χρειάζεται και να δοκιμάζει τον εαυτό του μέσα σε αυτά τα όρια. Ένας γονιός κατευθυντικός, που δε δίνει πολλά περιθώρια επιλογής στο παιδί του, το κάνει δειλό και χωρίς καμία εμπιστοσύνη στον εαυτό του.
  • Συνεπής στάση γονέων. Προκειμένου να αποκτήσουν τα παιδιά εμπιστοσύνη στον εαυτό τους έχουν ανάγκη από μια σταθερή στάση των γονέων τους απέναντι στις δικές τους συμπεριφορές. Έχουν ανάγκη να ξέρουν, ποια θα είναι η αντίδρασή τους. Έτσι, νιώθουν ασφάλεια και στερούνται ενοχών και φόβων για τις πρωτοβουλίες τους.
  • Έπαινος και ενθάρρυνση για τα κοινωνικά του επιτεύγματα. Οι γονείς που επαινούν το παιδί, όταν επιδίδεται σε συμπεριφορές θάρρους, αυτόματα το βοηθούν να αποκτήσει την απαιτούμενη αυτοπεποίθηση. Το αποτέλεσμα θα είναι να εσωτερικεύσει τέτοιες συμπεριφορές, που θα το καταστήσουν θαρραλέο.

Υπάρχουν, βέβαια, περιπτώσεις όπου τα αίτια της υπέρμετρης συστολής δεν υποχωρούν, παρά την προσπάθεια των σημαντικών προσώπων του παιδιού να το βοηθήσουν. Σε τέτοιες καταστάσεις είναι αναγκαία η παραπομπή σε ειδικό, καθώς τα αίτια της ντροπαλότητας / δειλίας μπορεί να είναι βαθύτερα, περίπλοκα και μόνο η παρέμβαση του ειδικού μπορεί να φανεί αποτελεσματική.

Σε κάθε περίπτωση, το παιδί χρειάζεται την αποδοχή και την κατανόηση των γονιών του. Είναι το πρώτο σκαλοπάτι στην προσπάθεια διαμόρφωσης μια ουσιαστικής σχέσης γονιού με το παιδί, μιας σχέσης που θα του εμπνεύσει ασφάλεια, σιγουριά και αυτοπεποίθηση.

Γράφει η Μουρτζούκου Σοφία, Ψυχολόγος ΑΠΘ

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας.

espa